- Details
- Category: Έργα Τέχνης
Ο Édouard Manet (1832-1883) φιλοτέχνησε το έργο του με τίτλο Το Μπαρ στο Φολί Μπερζέρ ένα χρόνο πριν από το θάνατό του, το 1882. Σε αυτό το ώριμο και τελευταίο αριστούργημά του, παρουσιάζει μία σκηνή από τη σύγχρονη παρισινή διασκέδαση της Belle Époque. Μία νεαρή κοπέλα που αποδίδεται μετωπικά, στο κέντρο της σύνθεσης, κοιτά τον θεατή και κατ’ επέκταση τον ζωγράφο. Βρίσκεται πίσω από το μπαρ, με τα χέρια να ακουμπούν στον μαρμάρινο πάγκο, έτοιμη να εξυπηρετήσει. Οι σαμπάνιες, τα κρασιά, οι μπύρες και τα λικέρ, καθώς και η γυάλινη φρουτιέρα με τις κλημεντίνες διακοσμούν τον χώρο και προκαλούν να τα απολαύσουμε.
Το Folies-Bergère ήταν ένας διάσημος χώρος ψυχαγωγίας, με ζωντανή μουσική, τραγούδι, χορό, ακόμη και νούμερα ακροβατικής! Επιστρατεύοντας το μέσο του καθρέφτη, ο Manet το αποδίδει σε πλήρη δραστηριότητα. Η κατάμεστη αίθουσα, με τους καλοντυμένους θαμώνες, τα φώτα των πολυελαίων και τον καπνό, μας μεταφέρει στην ατμόσφαιρα μιας άλλης εποχής.
Το έργο συγκεντρώνει αρκετά από τα χαρακτηριστικά ενός φωτογραφικού στιγμιότυπου. Η δράση έχει "παγώσει" μπροστά στα μάτια μας. Οι θεατές, ο καπνός, η ακροβάτισσα επάνω αριστερά, τα πόδια της οποίας μόλις που "προλαβαίνουν" να μπουν στο κάδρο, μένουν ακίνητα. Το ίδιο και η κοπέλα που μοιάζει να έχει σταθεί γρήγορα μπροστά μας, περιμένοντας να ακούσει την παραγγελία. Η πινελιές του Manet είναι κοφτές και γρήγορες στο παρασκήνιο για να υποδηλώσουν την κίνηση και την θολή ατμόσφαιρα μέσα στον τεχνητό φωτισμό και τον καπνό. Στο προσκήνιο γίνονται πιο σταθερές και γεμάτες και συγκεντρώνουν την προσοχή μας στην γυναικεία μορφή και στις μικρές νεκρές φύσεις με τα ποτά, τα λουλούδια και τα φρούτα επάνω στο μπαρ. Κάπως έτσι θα φωτογράφιζε κανείς την κοπέλα περιορίζοντας το βάθος πεδίου.
- Details
- Category: Έργα Τέχνης
Ο Théodore Géricault (1791-1824) παρουσίασε το έργο του με τίτλο: Η σχεδία της φρεγάτας Μέδουσα, το 1819 στο ετήσιο Σαλόνι του Παρισιού. Εμπνέεται από ένα σύγχρονο γεγονός, που είχε συνταράξει την γαλλική κοινωνία.
Όλα ξεκίνησαν το καλοκαίρι του 1816, όταν ένας μικρός στόλος εστάλη από το Rochefort της Γαλλίας στο λιμάνι Port-Louis της Σενεγάλης, προκειμένου να αναληφθεί η διακυβέρνηση της έως τότε αγγλικής αποικίας από τους Γάλλους. Μέρος του στολίσκου ήταν και η φρεγάτα Μέδουσα, με περίπου τετρακόσιους επιβάτες, μεταξύ των οποίων και 160 μέλη του πληρώματος. Ο ανυπόμονος και ριψοκίνδυνος καπετάνιος, λίγο μετά τον απόπλου, θέλησε να προσπεράσει τα άλλα πλοία, με αποτέλεσμα λόγω κακών χειρισμών η φρεγάτα να προσαράξει κάπου στην σημερινή Μαυριτανία. Μην μπορώντας να τραβήξουν το πλοίο πίσω στο νερό, αποφάσισαν να το εγκαταλείψουν χρησιμοποιώντας τις σωσίβιες λέμβους. Όμως δεν ήταν αρκετές και σκέφτηκαν να κατασκευάσουν μία μεγάλη σχεδία, προκειμένου να επιβιβαστούν σε αυτήν όσοι δεν χωρούσαν στις λέμβους και να την ρυμουλκήσουν ως την ακτή. Υπό αδιευκρίνιστες συνθήκες, μόλις η σχεδία απομακρύνθηκε από τη στεριά, κόπηκαν τα σχοινιά που την συνέδεαν με τις λέμβους… οι 147 επιβαίνοντες έμειναν αβοήθητοι στη θάλασσα.
Read more: Théodore Géricault "Η σχεδία της φρεγάτας Μέδουσα"
- Details
- Category: Έργα Τέχνης
Ο Leonardo da Vinci φιλοτέχνησε το έργο με τίτλο Η Παρθένος και ο μικρός Ιησούς με την Αγία Άννα, κατόπιν παραγγελίας, πιθανότατα μεταξύ του 1503 και του 1508.
Το έργο παρέμεινε ημιτελές και δεν έφτασε ποτέ στον παραγγελιοδότη γεγονός που δυσχεραίνει περισσότερο την ακριβή χρονολόγησή του. Ωστόσο, επικρατούν δύο θεωρίες σχετικά με την ταυτότητα του παραγγελιοδότη του έργου. Ίσως επρόκειτο για τον Βασιλιά Λουδοβίκου ΧΙΙ της Γαλλίας, ο οποίος παρήγγειλε το έργο με αφορμή την γέννηση της κόρης του, Claude, το 1499. Η ενίσχυση αυτής της θεωρίας εντείνεται και από την παρουσία της Αγίας Άννας, της προστάτιδας των εγκύων… επιπλέον, Άννα λεγόταν και η σύζυγος του Βασιλιά. Σύμφωνα με την δεύτερη θεωρία, πρόκειται για την παραγγελία ενός retable[1] για την Εκκλησία του Santissima Annunziata (του Ευαγγελισμού της Θεοτόκου) στην Φλωρεντία.
Read more: Leonardo da Vinci "Η Παρθένος και ο μικρός Ιησούς με την Αγία Άννα"
- Details
- Category: Έργα Τέχνης
Ο Marcel Duchamp (1887-1968) δημιούργησε το Γυμνό που κατεβαίνει τη σκάλα, αρ.2, το 1912. Ήταν ήδη γνωστός κυβιστής ζωγράφος και επρόκειτο να το παρουσιάσει στο ετήσιο Σαλόνι των Ανεξαρτήτων.
Αφετηρία του έργου ήταν ένα σχέδιο του Duchamp με ένα γυμνό που κατεβαίνει τη σκάλα για ένα ποίημα του Jules Laforgue. Ο ίδιος θα πει αργότερα: “… Άρχισα να σκέφτομαι ότι θα ήταν πιο εκφραστικό αν το παρουσίαζα να κατεβαίνει. Πιο μαγευτικό … όπως γίνεται στις αίθουσες συναυλιών […] Ένας πίνακας είναι αναγκαστικά συνδυασμός δύο ή περισσότερων χρωμάτων πάνω σε μία επιφάνεια. Σκόπιμα περιόρισα το γυμνό … στις αποχρώσεις του ξύλου έτσι που να μην μπορεί να προκύψει θέμα ζωγραφικής per se”[1].
Read more: Marcel Duchamp "Γυμνό που κατεβαίνει τη σκάλα, αρ.2"