“H Eννοιολογική τέχνη δεν ορίζεται από τα μέσα ή το ύφος αλλά περισσότερο από τα ερωτήματα της για το τι είναι τέχνη. Η εννοιολογική τέχνη προκαλεί την παραδοσιακή έννοια του αντικειμένου της τέχνης, δηλαδή, τη μοναδικότητα, τη συλλεκτικότητα και την επενδυτική του αξία” – Tony Godfrey
Η εννοιολογική τέχνη (ή Εννοιακή Τέχνη), όπως πρωτοονομάστηκε το 1967, δεν αφορά τα υλικά ή τις μορφές, αλλά την “έννοια”, το concept, αφορά ιδέες και νοήματα. Στη σύζευξη της τέχνης με τη βιομηχανία και στην προβολή της υλικότητας του καλλιτεχνικού αντικειμένου του Μινιμαλισμού, η Εννοιολογική τέχνη της δεκαετίας του '60 προτείνει το έργο ως σύλληψη. Στην αμερικάνικη κοινωνία της διαφθοράς, της χειραγώγησης και του ρατσισμού, όπου τα πλήγματα του πολέμου του Βιετνάμ είναι ήδη εμφανή και τα πάντα καθορίζει η ανταλλακτική αξία, η εννοιολογική τέχνη δίνει τη δική της απάντηση. “Στη θεσμική κρίση απάντησε με τη κριτική του μουσείου, στην κυριαρχία των αγαθών αντέταξε τον επανακαθορισμό του καλλιτεχνικού αντικειμένου, στην υποβάθμιση του ατόμου αντιπαρέβαλε την αναίρεση της παραδοσιακής ιεράρχησης των κοινωνικών ρόλων”[1].